Βραβευμένος |
Όροι Μουσικής

Βραβευμένος |

Κατηγορίες λεξικών
όρους και έννοιες

από λατ. laureatus – στεφανωμένο με δάφνινο στεφάνι

Τιμητικός τίτλος ατόμου που έχει λάβει ειδικό βραβείο ή βραβείο. Για πρώτη φορά ο τίτλος αυτός απονεμήθηκε στην αρχαία Ελλάδα και τη Ρώμη. Βραβευμένος μουσικός διαγωνισμός – συμμετέχων στο διαγωνισμό, βραβευμένος με απόφαση της κριτικής επιτροπής με βραβείο. Σύμφωνα με τους όρους ορισμένων διαγωνισμών, ο τίτλος του βραβευμένου απονέμεται μόνο στον συμμετέχοντα που έλαβε το 1ο βραβείο.

Αφήστε μια απάντηση